- διογενής
- I
Όνομα αρχαίων φιλοσόφων.1. Δ. ο Απολλωνιάτης (5ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από την κρητική πόλη Απολλωνία, αλλά έζησε για πολλά χρόνια στην Αθήνα. Υπήρξε οπαδός της αρχαίας ιωνικής σχολής· η απήχηση ορισμένων θεωριών του είναι εμφανής στα έργα του Ευριπίδη. Στο έργο του Περί φύσεως (405 π.Χ.), ο Δ. ερμηνεύει την κρίση των προγενέστερων φυσιοκρατικών θεωριών από μία σκοπιά εκλεκτισμού, η οποία τον οδηγεί σε συμπλήρωση ή συνδυασμό των προηγούμενων διδασκαλιών. Ο Δ. υποστήριζε ότι η πρωταρχική ουσία και αιτία όλων των πραγμάτων είναι o αέρας και ότι από αυτόν –από την «πύκνωση ή την αραίωσή» του– γεννιούνται τα πάντα: τα ουράνια σώματα, η ζωή, η κίνηση, η νόηση. Οι οξυδερκείς παρατηρήσεις του σχετικά με την κυκλοφορία του αίματος, τις αισθήσεις, τον ύπνο και τον θάνατο, αποτελούν επεξηγηματικά παραδείγματα αυτής της αρχής. Αργότερα o Δ. ταύτισε την αρχή αυτή με την έννοια νους –στοιχείο της διδασκαλίας του Αναξαγόρα– προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να ενοποιήσει τις προηγούμενες θεωρίες.2. Δ. ο Σινωπεύς (Σινώπη 400 – Κόρινθος 325 π.Χ.). Ονομαζόταν και Κύων. Υπήρξε ο πιο γνωστός εκπρόσωπος της Κυνικής σχολής, ιδρυτής της οποίας υπήρξε ο Αντισθένης. H φήμη του οφείλεται στο γεγονός ότι εφάρμοσε το πνεύμα των Κυνικών σε κάθε όψη της καθημερινής ζωής και της συμπεριφοράς του, εκδηλώνοντας ακραία περιφρόνηση για κάθε συμβατικότητα. Με μόνη περιουσία του έναν μανδύα και ένα φανάρι, πέρασε τη ζωή του περιφερόμενος και έχοντας για στέγη ένα βαρέλι. Η παράδοση αναφέρει πλήθος περιστατικών της ζωής και της συμπεριφοράς του, όπως το ότι περιφερόταν με ένα αναμμένο φανάρι αναζητώντας τον «άνθρωπο». Χαρακτηριστική είναι και η απάντηση που φέρεται ότι έδωσε στον Μέγα Αλέξανδρο, όταν o τελευταίος τον ρώτησε αν είχε να του ζητήσει καμιά χάρη: «Ναι, τραβήξου από τον ήλιο που κρύβεις». Λέγεται ακόμα ότι όταν είδε ένα παιδί να πίνει νερό στη χούφτα, αποφάσισε να μην ξαναχρησιμοποιήσει κύπελλο. Ο Δ. υπήρξε ζωντανό σύμβολο μιας αντίληψης, της οποίας περιεχόμενο και στόχος ήταν η δύναμη της αποχής από κάθε αλλοτριωτική εξάρτηση.3. Δ. ο Λαέρτιος (3ος αι. π.Χ.). Φιλόσοφος και συγγραφέας. H ζωή του μας είναι άγνωστη. Το έργο του, παρά τη μετριότητα των κριτικών και αξιολογικών στοιχείων, περιέχει σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη βιογραφία και τη διδασκαλία γνωστών φιλοσόφων της αρχαιότητας. Τα δέκα βιβλία που συνέγραψε υπήρξαν βασική πηγή για μεταγενέστερες μελέτες. Ο Δ. παρουσίαζε γεγονότα από τη ζωή των αρχαίων διανοητών και στη συνέχεια παρέθετε μία σύντομη περίληψη της διδασκαλίας τους. Χάρη στο έργο του είναι γνωστά τα Αποφθέγματα και οι Επιστολές του Επίκουρου.4. Δ. ο Βαβυλώνιος (3ος-2ος αι. π.Χ.). Στωικός φιλόσοφος από τη Σελεύκεια. Ήταν μαθητής του Χρυσίωνα και διάδοχος του Ζήνωνα στη διεύθυνση της Στωικής σχολής. Μαζί με τον Κριτόλαο και τον Καρνεάδη συμμετείχε στην περίφημη πρεσβεία των φιλοσόφων, που στάλθηκε στη Ρώμη το 156 π.Χ. Φαίνεται ότι ασχολήθηκε κυρίως με τη θεωρία της γλώσσας.5. Επικούρειος φιλόσοφος (β’ μισό 2ου αι. π.Χ.). Καταγόταν από την Ταρσό. O Στράβων αναφέρει ότι είχε γράψει ποιήματα και τραγωδίες.6. Δ. ο Οινοανδεύς (2ος αι. μ.Χ.). Καταγόταν από τα Οινόανδα, πόλη της Καβαλίας στη Μικρά Ασία, κοντά στα σύνορα της Λυκίας. Υπήρξε θερμός οπαδός της φιλοσοφικής θεωρίας του Επίκουρου και μάλιστα χάραξε για τους συμπολίτες του μία μεγάλη επιγραφή πάνω στον τοίχο μιας στοάς, στην οποία ανέφερε τα κύρια σημεία αυτής της θεωρίας. H επιγραφή αυτή, που βρέθηκε και δημοσιεύθηκε, αποτελεί μια αξιόλογη πηγή πληροφοριών για τη διδασκαλία του Επίκουρου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σαφής αναφορά στη θεωρία της ύπαρξης μιας παρέκκλισης στην κίνηση των ατόμων, μιας ελεύθερης κίνησης. Με την παραπομπή αυτή, που γίνεται με ιδιαίτερο σεβασμό στο όνομα του Επίκουρου, ο Δ. είχε πιθανόν την πρόθεση να αντιταχθεί στη στωική θεωρία της πράξης, όσον αφορά τόσο τις κοσμογονικές της απόψεις όσο και τις θέσεις της για την ηθική ευθύνη του ανθρώπου.
Σελίδα έργου του Διογένη του Λαέρτιου, έκδοση των χρόνων της Αναγέννησης (Τριβουλτσιανή Βιβλιοθήκη, Μιλάνο).
IIΟ Διογένης ο Σινωπεύς, ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της Κυνικής σχολής, και ο Μέγας Αλέξανδρος, σε μαρμάρινο ανάγλυφο (Βίλα Άλμπανι, Ρώμη).
Όνομα γλυπτών της αρχαιότητας.1. Αθηναίος γλύπτης (1ος αι. π.Χ. – 1ος αι. μ.Χ.). Εργάστηκε στη Ρώμη, όπου ανέλαβε να φιλοτεχνήσει το αέτωμα του Πανθέου του Αγρίππα και μία σειρά από Καρυάτιδες, οι περισσότερες από τις οποίες καταστράφηκαν στη μεγάλη πυρκαγιά επί Τραϊανού.2. Γλύπτης (2ος αι. μ.Χ.). Άκμασε στην περίοδο των αυτοκρατορικών χρόνων της Ρώμης. Κατασκεύασε πέτρινο άγαλμα που παριστάνει τον Ηρακλή καθισμένο. Το άγαλμα αυτό, που θεωρείται αντίγραφο έργου του Λυσίππου, ανακαλύφθηκε στα ερείπια της Νινευή και σήμερα βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.* * *διογενής, -ές και διόγονος, -ον (Α)1. αυτός που γεννήθηκε από τον Δία, από το γένος τού Δία («θεοὶ διογενεῑς»)2. τιμητική προσφώνηση ηγεμόνων και βασιλέων3. θεϊκός, έξοχος (α. «διογενές κράτος» — η Αθηνάβ. «διογενές φάος»).[ΕΤΥΜΟΛ. < διο-* + -γενής < γένος < γίνομαι].
Dictionary of Greek. 2013.